Προς:

κο Νικήτα Κακλαμάνη
Υπουργόν Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

Θέμα : Καθεστώς της μη συμβατικής ιατρικής στην Ελλάδα

Αθήνα, 6 Μαΐου 2004

 

Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,

 

Πρόσφατα υπήρξα αποδέκτης ενημερωτικής επιστολής του Συλλόγου Ομοιοπαθητικών Ελλάδος, στην οποία παρουσιάζονται τα αιτήματα του Συλλόγου αναφορικά με το καθεστώς της μη συμβατικής ιατρικής στη χώρα μας. Το κείμενο συνοδεύεται από Δήλωση Υποστήριξης των αιτημάτων, την οποία υπογράφει μεγάλος αριθμός πολιτών (περίπου 2000 πολίτες). Τόσο η έκταση του ενδιαφέροντος των πολιτών, όσο και η όλη επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται αξίζουν της προσοχής όλων μας.

 

Όπως γνωρίζετε, η ομοιοπαθητική είναι θεραπευτική τέχνη στην οποία προσφεύγει μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε πολλές χώρες –όπως στη Βρετανία, Γερμανία, Νορβηγία, Ολλανδία, Βέλγιο, Ηνωμένες Πολιτείες κ.ά.- η πρακτική της ομοιοπαθητικής ασκείται από ανθρώπους που δεν έχουν απαραίτητα πτυχίο ιατρικής, αλλά έχουν λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση στην ομοιοπαθητική. Αντίθετα, στην Ελλάδα κυριαρχεί η αντίληψη ότι η ομοιοπαθητική θα πρέπει να ασκείται από πτυχιούχους της ιατρικής, αντίληψη που στην πράξη, βεβαίως, παρακάμπτεται. Γεγονός, όμως, παραμένει ότι η επίσημη στάση απέναντι στον κλάδο των ομοιοπαθητικών διέπεται από λογικές που περιορίζουν μάλλον, παρά βοηθούν στην ανάπτυξη του κλάδου. Η έλλειψη της απαραίτητης αναγνώρισης και οργάνωσης του κλάδου από τον αρμόδιο κρατικό φορέα διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για την επικράτηση αναρχίας, στο πλαίσιο της οποίας μπορούν να βρίσκουν πεδίο δράσης άτομα άσχετα με την ομοιοπαθητική, που δυσφημίζουν την πρακτική και ενδεχομένως να θέτουν σε κίνδυνο την υγεία των πολιτών.

 

Το βασικό αίτημα που εκφράζουν οι ομοιοπαθητικοί είναι να προβεί το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στις απαραίτητες ενέργειες ώστε να επέλθει η πολυπόθητη οργάνωση του κλάδου τους. Επανειλημμένα έχουν απευθυνθεί στο Υπουργείο, χωρίς, όμως, θετική εξέλιξη. Την ίδια στιγμή, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γίνονται σημαντικές κινήσεις προς την κατεύθυνση της αναγνώρισης των διαφόρων κλάδων της μη συμβατικής ιατρικής. Ήδη από το 1997, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το ψήφισμα Α4-0075/1997, τονίζει την ανάγκη «να εξασφαλίζεται στους ασθενείς η ευρύτερη κατά το δυνατόν ελευθερία θεραπευτικών επιλογών, παρέχοντάς τους τις απαραίτητες εγγυήσεις για το υψηλότερο κατά το δυνατόν επίπεδο ασφαλείας και την πιο ορθή πληροφόρηση σχετικά με το αβλαβές, την ποιότητα, την αποτελεσματικότητα και τους πιθανούς κινδύνους της λεγόμενης μη συμβατικής ιατρικής, καθώς και να προστατεύονται οι ασθενείς έναντι των ατόμων που δε διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα».

 

Αξίζει στο σημείο αυτό να τονιστεί πως η Ομοιοπαθητική δεν αμφισβητεί πως η ιατρική είναι ενιαία. Ο βασικός ισχυρισμός των ομοιοπαθητικών –αλλά και του Ιατρικού Συλλόγου της Μεγάλης Βρετανίας- είναι πως πρόκειται για «μέθοδο αυτοτελή, ανεξάρτητη της ιατρικής, έχουσα δικές της βάσεις και κριτήρια εκπαίδευσης, όπως επίσης δικά της κριτήρια ικανοτήτων και επαγγελματισμού».

 

Το κεντρικό αίτημα, λοιπόν, του Συλλόγου Ομοιοπαθητικών Ελλάδος είναι η σύσταση της Επιτροπής που προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την κρίση των ομοιοπαθητικών στην Ελλάδα. Η Επιτροπή αυτή θα προβεί στην οργάνωση του κλάδου προς όφελος της ενημέρωσης και της υγείας των πολιτών. Ο Σύλλογος, μάλιστα, προβαίνει και σε συγκεκριμένες προτάσεις ενεργειών, όπως

 

¨       ο καθορισμός των ελαχίστων προσόντων για την αναγνώριση των δημοσίων και ιδιωτικών σχολών, που θα χορηγούν τον τίτλο του Ομοιοπαθητικού, κατά τρόπο που να εγγυάται εκπαιδευτικές σπουδές διάρκειας τριών ετών

¨       η δημιουργία μητρώου ομοιοπαθητικών, το οποίο θα χωρίζεται σε δύο τμήματα, ένα για τους γιατρούς και ένα για τους ομοιοπαθητικούς που δεν είναι γιατροί.

 

Πέραν του κεντρικού αιτήματος οι διακρίσεις που υφίστανται καθημερινά οι ομοιοπαθητικοί δυσχεραίνουν σημαντικά το έργο τους, θέτοντας ταυτόχρονα σε κίνδυνο την υγεία των ασθενών τους. Τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά. Θα περιοριστώ μόνο να αναφέρω τη στέρηση του δικαιώματος των ομοιοπαθητικών για έκδοση κάρτας δακτυλίου, η οποία στην ουσία στερεί από τους ασθενείς τους τη δυνατότητα να έχουν κοντά τους τον ομοιοπαθητικό τους σε μια στιγμή έκτακτης ανάγκης. Ερωτηματικά προκαλεί μάλιστα και η υποχρέωση των ομοιοπαθητικών για καταβολή ΦΠΑ, τη στιγμή που τέτοια υποχρέωση δεν υπάρχει για τους ιατρούς της συμβατικής ιατρικής. Κατ'αυτόν τον τρόπο, στην ουσία «τιμωρούνται» -με επιβάρυνση 18%- οι ασθενείς που επιλέγουν για τη θεραπεία τους έναν ομοιοπαθητικό, τη στιγμή που θα πρέπει να διασφαλίζεται το δικαίωμα της επιλογής τους σε ότι αφορά το θεραπευτή τους. Τα σχετικά παραδείγματα αφθονούν.

 

Το δικαίωμα της επιλογής στην υγεία είναι βασικό για τους πολίτες σε όλη την Ευρώπη. Ειδικότερα μάλιστα όταν διάφορες μορφές μη συμβατικής ιατρικής μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά προς τη συμβατική ιατρική, τα οφέλη που μπορεί να προκύψουν είναι σημαντικά. Αξίζει να σημειωθεί επίσης πως το κόστος της πρακτικής αυτής για το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι πολύ μικρό, καθώς τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι φθηνά. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως μια συμβατική χημειοθεραπεία μπορεί να κοστίζει περίπου 1.500 ευρώ, τη στιγμή που το αντίστοιχο φάρμακο στην ομοιοπαθητική κοστίζει μόλις 15 ευρώ.

 

 

 

Κύριε Υπουργέ,

 

Η ομοιοπαθητική είναι μέθοδος που ήδη εφαρμόζεται εκτενώς και στη χώρα μας. Η απουσία ρυθμιστικού πλαισίου για τη λειτουργία του κλάδου συνιστά μη ρεαλιστική αντιμετώπιση μιας κατάστασης που έχει πλέον αναγνωριστεί στην πράξη. Οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς δε μπορούν να αγνοούν την υφιστάμενη κατάσταση. Η κρατική παρέμβαση στον κλάδο θα βοηθήσει στην προστασία της υγείας των πολιτών.

 

 

Προσβλέποντας στη θετική σας ανταπόκριση.

 

Με βαθύτατη εκτίμηση,

 

Άννα Καραμάνου