Προς:

Υπουργόν Υγείας και Πρόνοιας
κο Κώστα Στεφανή

Θέμα : Επαναφορά πρότασης για Προώθηση Εκστρατείας Ενημέρωσης με θέμα «Βία και Υγεία», στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Καμπάνιας του Π.Ο.Υ.

Αθήνα, 24 Nοεμβρίου 2003

 

Αξιότιμε κύριε υπουργέ,

 

Με την παρούσα επιστολή επανέρχομαι στην πρόταση που σας είχα υποβάλει πέρυσι –συγκεκριμένα στα τέλη Οκτωβρίου του 2002-, στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης καμπάνιας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας κατά της Βίας και με την ευκαιρία της 25ης Νοεμβρίου, Παγκόσμιας Ημέρας για την εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών.

 

Με την επιστολή μου εκείνη προέβαινα σε συγκεκριμένες προτάσεις-ενέργειες που μπορούν να αναληφθούν από το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας για την αντιμετώπιση του θλιβερού φαινομένου που ταλαιπωρεί χιλιάδες γυναίκες και στη χώρα μας και επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό με τεράστια ποσά για υγειονομική περίθαλψη, νομικά έξοδα, διαφυγούσα παραγωγικότητα κλπ.

 

Λαμβάνω την τιμή να σας ξαναστείλω την πρότασή μου, ελπίζοντας πως σύντομα θα βρει ανταπόκριση.

 

Είμαι στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση και μελλοντική συνεργασία.

 

 

Με βαθύτατη εκτίμηση,

 

 

Άννα Καραμάνου

 

 

 

 

 
ΒΙΑ και ΥΓΕΙΑ

 

Εκστρατεία για την καταπολέμηση της βίας

και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής

 

 

 

Π Ρ Ο Τ Α Σ Η

 

 A Ν Ν Α Σ   Κ Α Ρ Α Μ Α Ν Ο Υ

Ευρωβουλευτού ΠΑ.ΣΟ.Κ

Προέδρου της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ίσων Ευκαιριών

 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

 

 

Αθήνα, 24 Νοεμβρίου 2003

 

 

 

Περιεχόμενα

Ι. Εισαγωγή

ΙΙ. Τα φαινόμενα βίας και ο κίνδυνος που συνιστούν για τις σύγχρονες κοινωνίες

          Το οικονομικό κόστος της βίας

ΙΙΙ. Γενικές αρχές της δράσης κατά της βίας

IV. Προτάσεις πολιτικής για την καταπολέμηση της βίας και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής

Α. Εθνικό Επίπεδο

Β. Διεθνές-ευρωπαϊκό-επίπεδο

V. Συμπεράσματα


 

 

 

ΒΙΑ και ΥΓΕΙΑ

 

Εκστρατεία για την καταπολέμηση της βίας

και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής

 

 

Πρόταση για την Ελληνική Προεδρία

 

 

 

 

Άννα Καραμάνου

 Ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ

Πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ίσων Ευκαιριών του Ε. Κ.

 

 

 

 

 

Ι. Εισαγωγή

Η βία είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που τραυματίζει (σωματικά και ψυχικά) ή και σκοτώνει χιλιάδες ανθρώπους ανά τον κόσμο κάθε χρόνο. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει πως, κατά το έτος 2000, 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο έχασαν τη ζωή τους ως αποτέλεσμα βιαίων πράξεων (ένα ποσοστό 28,8 άνθρωποι στους 100.000). Ωστόσο, η παγκόσμια κοινότητα δεν έχει αντιμετωπίσει τη βία ως ένα σοβαρό πρόβλημα που χρειάζεται να προληφθεί και να εξαλειφθεί, παρόλο που η βία αφορά εξίσου όλες τις χώρες του κόσμου. Βία –σωματική, σεξουαλική και ψυχολογική- ασκείται σε καθημερινή βάση υπονομεύοντας την υγεία και ευημερία εκατομμυρίων ανθρώπων, ενώ κοστίζει στους κρατικούς προϋπολογισμούς τεράστια ποσά κάθε χρόνο σε υγειονομική περίθαλψη, νομικά έξοδα, απουσία από την εργασία και διαφυγούσα παραγωγικότητα.

Τα προβλήματα είναι πολύ μεγάλα, επειδή οι επιπτώσεις της βίας στην υγεία συχνά διαρκούν πολλά χρόνια, πέρα από την αρχική άσκηση της βίας και μπορεί να περιλαμβάνουν μόνιμη αναπηρία, όπως τραύματα σπονδυλικής στήλης, εγκεφαλικές βλάβες και απώλεια άκρων. Οι σημαντικές εισοδηματικές διαφορές στο εσωτερικό της κάθε χώρας –μεταξύ αστικών και αγροτικών πληθυσμών, φτωχών και πλουσίων κοινοτήτων και μεταξύ διαφορετικών φυλετικών και εθνοτικών ομάδων- υποθάλπτουν βίαιες συμπεριφορές που εκδηλώνονται και στις πιο προηγμένες χώρες του πλανήτη.

Δυστυχώς, η βία θεωρείται συχνά αναπόσπαστο τμήμα της ανθρώπινης φύσης, ενώ ο ρόλος των επαγγελματιών υγείας περιορίζεται στην αντιμετώπιση των συνεπειών χωρίς να λαμβάνεται μέριμνα για την πρόληψη. Η συλλογή στατιστικών πληροφοριών για τη βία είναι πολύ προβληματική, καθώς τα φαινόμενα βίαιης συμπεριφοράς συχνά καλύπτονται από ένα πέπλο μυστικοπάθειας και κρύβονται πίσω από ποικίλα ταμπού. Αυτές οι αντιλήψεις, όμως, υποχωρούν σιγά - σιγά, καθώς αποδεικνύεται πόσο αποτελεσματικές είναι οι προσεγγίσεις πρόληψης άλλων προβλημάτων δημοσίας υγείας και ποιότητας ζωής (περιβαλλοντικά προβλήματα, κάπνισμα, HIV/AIDS κλπ).

Στόχος μας, λοιπόν, πρέπει να είναι και η καταπολέμηση της μυστικοπάθειας, των πολιτισμικών ταμπού και των αντιλήψεων πως η βίαιη συμπεριφορά είναι αναπόφευκτη. Γι αυτό χρειάζεται να ενθαρρυνθεί ο δημόσιος διάλογος, ώστε να αυξηθεί η κατανόησή μας γι αυτό το τόσο πολύπλοκο φαινόμενο και να υπάρξει συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων, σε όλα τα επίπεδα, ώστε να ανευρεθούν οι καλύτερες δυνατές λύσεις στο πρόβλημα. Η μετατροπή της κουλτούρας της βίας σε κουλτούρα ειρηνικής και ποιοτικής συμβίωσης των ανθρώπων είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του 21ου αιώνα.

 

 

ΙΙ. Τα φαινόμενα βίας και ο κίνδυνος που συνιστούν για τις σύγχρονες κοινωνίες

 

Τα τελευταία χρόνια, τα φαινόμενα βίας όχι απλώς παρουσιάζουν έξαρση, αλλά και προσλαμβάνουν νέα, πιο επικίνδυνα, χαρακτηριστικά. Η καθημερινότητά μας κατακλύζεται από εκδηλώσεις βίας που θα ήταν αδιανόητες πριν από μερικά χρόνια. Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις διαμορφώνουν στις κοινωνίες μας ένα κλίμα ανασφάλειας. Ταυτόχρονα, ο πολλαπλασιασμός των κρουσμάτων νεανικής εγκληματικότητας (με τις μαζικές δολοφονίες σε σχολεία, απαγωγές και δολοφονίες άλλων παιδιών, νεανικές συμμορίες κλπ) εντείνουν τις ανησυχίες, καθώς το μέλλον προδιαγράφεται ζοφερό. Αυτά τα νέα δεδομένα έχουν καταστήσει τη βία ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών, για την επίλυση του οποίου θα πρέπει να ληφθούν δραστικά μέτρα το συντομότερο δυνατόν.

 

Το κόστος της βίας αντικατοπτρίζεται στις επιπτώσεις που έχει στη ζωή των θυμάτων της και στην επιβάρυνση των οργανισμών υγείας. Τα φαινόμενα βίας υποβαθμίζουν την ποιότητα διαβίωσης των πολιτών της κοινωνίας μας. Εκτός από τον άμεσο σωματικό τραυματισμό, τα θύματα κινδυνεύουν από μια ευρεία γκάμα ψυχολογικών προβλημάτων και προβλημάτων συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένων της κατάθλιψης, του αλκοολισμού, του άγχους και των τάσεων αυτοκτονίας, καθώς και προβλημάτων υγείας σχετιζομένων με την αναπαραγωγή, όπως είναι οι ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα και η σεξουαλική δυσλειτουργία. Η κινητοποίηση των Αρχών είναι απαραίτητη ώστε να βοηθηθούν οι άνθρωποι αυτοί με κάθε δυνατό τρόπο. Το ίδιο το Κράτος έχει να κερδίσει από την καταπολέμηση της βίας, λόγω του μεγάλου οικονομικού κόστους της βίας, το οποίο επιβαρύνει την Εθνική Οικονομία και τον κρατικό Προϋπολογισμό.

 

Το οικονομικό κόστος της βίας

 

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση του Π.Ο.Υ. για τη «Βία και Υγεία», μελέτες, που χρηματοδοτήθηκαν από την Inter-American Development Bank μεταξύ 1996 και 1997 για τις οικονομικές επιπτώσεις της βίας σε έξι λατινοαμερικανικές χώρες, υπολόγισαν πως η βία κόστιζε μόνο στις υπηρεσίες υγείας το 1,9% του ΑΕΠ της Βραζιλίας, το 5% της Κολομβίας, το 4,3% του Ελ Σαλβαδόρ, το 1,3% του Μεξικού, το 1,5% του Περού και το 0,3% της Βενεζουέλας. Το 1992, μια μελέτη στις ΗΠΑ υπολόγισε το ετήσιο κόστος της περίθαλψης τραυμάτων οπλοπολυβόλου στα 126 δισεκατ. δολάρια. Τα τραύματα από μαχαιριές κόστισαν άλλα 51 δισεκ. δολάρια. Από τα διαθέσιμα στοιχεία μπορεί να εξαχθεί πως, σε γενικές γραμμές, οι γυναίκες θύματα οικογενειακής ή σεξουαλικής βίας έχουν περισσότερα προβλήματα, υψηλότερο κόστος περίθαλψης και πιο συχνές επισκέψεις σε μονάδες εντατικής θεραπείας νοσοκομείων κατά τη διάρκεια της ζωής τους σε σχέση με άτομα που δεν έχουν υπάρξει θύματα βίας. Το ίδιο ισχύει και για θύματα βίας και αμέλειας κατά την παιδική τους ηλικία.

Για τον υπολογισμό του κόστους της βίας στην εθνική οικονομία ενός κράτους, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη μια ευρεία γκάμα παραγόντων που το επηρεάζουν, πέρα από τα άμεσα κόστη ιατρικής περίθαλψης και νομικής τάξεως. Παραδείγματα έμμεσου κόστους είναι τα ακόλουθα:

       Ø  Η παροχή περίθαλψης και ασφαλούς καταφυγίου, καθώς και η μακροχρόνια επιμέλεια του θύματος

       Ø  Η διαφυγούσα παραγωγικότητα ως αποτέλεσμα πρόωρου θανάτου, τραυματισμού, μακράς απουσίας από την εργασία, μακροχρόνιας αναπηρίας και απώλειας δυναμικού

       Ø  Η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και η μειωμένη ικανότητα φροντίδας εαυτού ή των άλλων

       Ø  Η καταστροφή δημόσιας περιουσίας και υποδομής που οδηγεί στην αποδιοργάνωση υπηρεσιών, όπως οι υπηρεσίες υγείας, οι μεταφορικές υπηρεσίες και η διανομή τροφίμων

       Ø  Η αποδιοργάνωση της καθημερινής ζωής ως αποτέλεσμα του φόβου για την προσωπική ασφάλεια

       Ø  Η αποτροπή επενδύσεων και η αποθάρρυνση του τουρισμού, που πλήττουν την οικονομική ανάπτυξη

Σπάνια το κόστος της βίας κατανέμεται ισομερώς. Εκείνοι που έχουν τις λιγότερες επιλογές και ευκαιρίες να προστατευτούν απέναντι σε οικονομικά προβλήματα είναι εκείνοι που επηρεάζονται περισσότερο. Η βία, δηλαδή, συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την κοινωνική ανισότητα την οποία αναπαράγει.

 

 

ΙΙΙ. Γενικές αρχές της δράσης κατά της βίας

 

Η βία μπορεί να προληφθεί αλλά και να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Σχετικά με την πρόληψη, βλέπουμε να γίνεται όλο και περισσότερο προφανές πως οι πολύ αποτελεσματικές προσεγγίσεις πρόληψης άλλων προβλημάτων δημοσίας υγείας (περιβαλλοντικά προβλήματα, κάπνισμα, HIV/AIDS κλπ) μπορούν να εφαρμοστούν και για την πρόληψη της βίας. Για την καταπολέμηση του προβλήματος, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ένα πολύ ελπιδοφόρο στοιχείο: ο βαθμός στον οποίο η βία θα επηρεάσει το θύμα της εξαρτάται από την ηλικία και την προσωπικότητά του, καθώς και από το αν θα λάβει βοήθεια για την αντιμετώπιση του προβλήματός του. Σε γενικές γραμμές, οι άνθρωποι που αντιδρούν στη βία την οποία υφίστανται είναι πιο ανθεκτικοί από εκείνους που τη δέχονται παθητικά. Υπάρχει, λοιπόν, ελπίδα να μειωθούν οι επιπτώσεις της βίας, αν τα θύματά της πειστούν να προστρέξουν στους άλλους (είτε στον κύκλο τους είτε στο σύστημα υγείας) για βοήθεια. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει οι πολίτες να ενημερωθούν και το Κράτος να αναπτύξει τη σχετική υποδομή.

 

Σε γενικές γραμμές, οι ενέργειες που πρέπει να ακολουθηθούν είναι οι ακόλουθες:

       Ø  Να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των προσωπικών παραγόντων κινδύνου και να γίνουν βήματα ώστε να μεταβληθεί η ατομική συμπεριφορά κινδύνου. Πρέπει να δοθεί έμφαση στο άτομο. Στόχος είναι να ενθαρρυνθούν οι υγιείς συμπεριφορές, αφού θα πρέπει και το ίδιο το άτομο να είναι σε θέση να δεχθεί και να αξιοποιήσει τις δομές και υπηρεσίες που μπορεί να του παρέχει η κοινωνία για να καταπολεμήσει τα προβλήματα βίας. Αυτό ισχύει τόσο για τα θύματα, όσο και για τους θύτες. Για παράδειγμα, πολλοί άντρες που κακοποιούν τις γυναίκες τους θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ειδικά συμβουλευτικά κέντρα (τα οποία δεν υπάρχουν στην Ελλάδα), ώστε:

       Ø  Να επηρεαστούν οι στενές προσωπικές σχέσεις και να υπάρξει μέριμνα για τη δημιουργία υγιών οικογενειακών δομών, αλλά και να παρασχεθεί η απαραίτητη επαγγελματική βοήθεια και υποστήριξη στις δυσλειτουργικές οικογένειες

       Ø  Να υπάρχει αποτελεσματικός έλεγχος των δημοσίων χώρων -όπως είναι τα σχολεία, οι χώροι εργασίας και οι γειτονιές- και να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση προβλημάτων που μπορούν να οδηγήσουν σε βίαιες συμπεριφορές

       Ø  Να αντιμετωπιστεί η ανισότητα των φύλων και οι εχθρικές-αντικρουόμενες πολιτισμικές πρακτικές και στερεοτυπικές συμπεριφορές

       Ø  Να αντιμετωπιστούν οι ευρύτεροι πολιτισμικοί, κοινωνικοί και οικονομικοί παράγοντες που οδηγούν στη βία και να ληφθούν μέτρα για την αλλαγή τους, όπως, για παράδειγμα, μέτρα για την καταπολέμηση της φτώχειας και τη διασφάλιση ισότιμης πρόσβασης των πολιτών σε αγαθά, υπηρεσίες και ευκαιρίες.

        

Οι συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής που ακολουθούν αναφέρονται σε δύο επίπεδα, το εθνικό και το διεθνές. Το εθνικό επίπεδο αναφέρεται στα μέτρα και τις πολιτικές που μπορεί να αναπτύξει το Υπουργείο Υγείας της χώρας μας για την αντιμετώπιση του φαινομένου της βίας. Το διεθνές – ευρωπαϊκό κατ’αρχήν - επίπεδο περιλαμβάνει προτάσεις που μπορούν να εφαρμοστούν μέσα από τη διεθνή συνεργασία. Καθώς, λοιπόν, η χώρα μας αναλαμβάνει την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης το πρώτο εξάμηνο του 2003, οι πολιτικές που προτείνονται εδώ θα μπορούσαν να δώσουν στην Ελλάδα την ευκαιρία να είναι η χώρα που θα ξεκινήσει και θα ηγηθεί του αγώνα κατά της βίας και υπέρ της βελτίωσης της υγείας και της ποιότητας ζωής των πολιτών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

 

ΙV. Προτάσεις πολιτικής για την καταπολέμηση της βίας και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής

 

Α. ΕΘΝΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ

 

Αναλύοντας το ζήτημα της βίας, διαπιστώνεται ότι η αντιμετώπιση του φαινομένου γίνεται αποσπασματικά (αφού υπάρχει κατακερματισμός σε επιμέρους γνωστικά αντικείμενα σχετικά με τη βία) χωρίς να διαμορφώνεται μια συνολική εικόνα. Η εικόνα αυτή όμως είναι απολύτως απαραίτητη για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Πρέπει να τονιστεί εν προκειμένω η σημασία που έχει η αντιμετώπιση του προβλήματος υπό το πρίσμα της Δημόσιας Υγείας. Η Δημόσια Υγεία δεν επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στα άτομα -τα θύματα της βίας-, αλλά μάλλον στην υγεία ολόκληρων κοινοτήτων και πληθυσμών. Έτσι, οι παρεμβάσεις Δημόσιας Υγείας επικεντρώνονται, όπου αυτό είναι δυνατό, σε πληθυσμούς που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο να πληγούν π.χ. από μια ασθένεια. Στόχος της Δημόσιας Υγείας πρέπει να είναι η πρόληψη της ασθένειας ή του τραύματος. Γι αυτό και η προσέγγιση, υπό το πρίσμα της Δημόσιας Υγείας, είναι αυτή που προτείνεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Συγκεκριμένα:

 

Πρόταση Α1. Συντονισμός από το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας της συλλογής και αξιοποίησης των στατιστικών στοιχείων που σχετίζονται με τη βία.

 

Τα στατιστικά στοιχεία για τη βία είναι απαραίτητα για να γνωρίσουμε την έκταση του φαινομένου. Σήμερα, η καταγραφή των φαινομένων βίας ανά τον κόσμο είναι προβληματική. Τα στοιχεία θνησιμότητας είναι τα πιο εύκολα να συλλεγούν και να υποστούν επεξεργασία. Όμως, αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου, αφού για κάθε θύμα της βίας που πεθαίνει, υπάρχουν και πολλά άλλα που τραυματίζονται -σωματικά ή ψυχικά- ή μένουν με κάποιου είδους αναπηρία. Εφόσον, λοιπόν, τα μη θανατηφόρα περιστατικά βίας είναι πολύ περισσότερα από τα θανατηφόρα, χρειάζονται και άλλα στοιχεία που θα συμπληρώσουν την εικόνα που έχουμε σήμερα. Αυτά είναι:

       Ø  Στοιχεία για ασθένειες, τραυματισμούς και άλλα προβλήματα υγείας

      Ø  Προσωπικές αναφορές για συμπεριφορές, αντιλήψεις, πολιτισμικές πρακτικές, θυματοποίηση και έκθεση σε βία

      Ø  Στοιχεία κοινοτήτων για τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού κάθε περιοχής, των εισοδηματικών επιπέδων, εκπαίδευσης και εργασίας

       Ø  Στοιχεία για τα χαρακτηριστικά και τις συνθήκες υπό τις οποίες παρουσιάστηκαν περιστατικά βίας, καθώς και για τα υποκείμενα της βίας

       Ø  Οικονομικά στοιχεία σχετικά με το κόστος της θεραπείας, με τις κοινωνικές υπηρεσίες και τις ενέργειες πρόληψης που έχουν γίνει

       Ø  Στοιχεία νομοθετικά και πολιτικής

 

Πρόταση Α2: Δημιουργία, εφαρμογή και έλεγχος ενός εθνικού σχεδίου δράσης για την πρόληψη της βίας

 

Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να βασίζεται στη συναίνεση των εμπλεκομένων φορέων (κυβερνητικών και μη). Θα πρέπει να λάβει υπόψη του τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους που θα είναι διαθέσιμοι για την εφαρμογή του σχεδίου και θα πρέπει να περιλαμβάνει στοιχεία, όπως αξιολόγηση της υφιστάμενης νομοθεσίας και πρακτικής και πιθανές προτάσεις μεταρρύθμισης, δόμηση των διαδικασιών συλλογής στοιχείων και έρευνας, ενίσχυση των υπηρεσιών υποστήριξης των θυμάτων και ανάπτυξη και αξιολόγηση εναλλακτικών προληπτικών μέτρων. Το σχέδιο θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει ένα χρονοδιάγραμμα και ένα μηχανισμό αξιολόγησης, ορίζοντας ένα συγκεκριμένο οργανισμό που θα αναλάβει το έργο και θα υποβάλει τακτικά αναφορές για την πρόοδό του, καθώς και συντονιστικούς μηχανισμούς σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, ώστε να επιτρέψει τη συνεργασία μεταξύ τομέων που τυχόν θα συνέβαλαν στην πρόληψη της βίας, όπως είναι η ποινική δικαιοσύνη, η εκπαίδευση, η εργασία, η υγεία και η κοινωνική ασφάλιση.

 

Πρόταση Α3: Ενίσχυση της δυνατότητας συλλογής στοιχείων για τη βία

 

Είναι σημαντικό να υπάρχει σε εθνικό επίπεδο ένας οργανισμός που θα αναλάβει να συνδέει και συγκρίνει πληροφορίες από τις υπηρεσίες υγείας, τις νομικές και άλλες υπηρεσίες που έρχονται σε επαφή με τα θύματα. Ιδιαίτερη σημασία έχει το επίπεδο της τοπικής κοινωνίας, γιατί σε αυτό θα καθοριστεί η ποιότητα και η πληρότητα των πληροφοριών που συλλέγονται. Πρέπει να σχεδιαστούν συστήματα απλά και οικονομικά βιώσιμα, συμβατά με το επίπεδο του προσωπικού που θα τα χειρίζεται και προσαρμοσμένα στα εθνικά και διεθνή πρότυπα. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρξουν διαδικασίες ανταλλαγής στοιχείων μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων (υγείας, δικαιοσύνης και κοινωνικής πολιτικής) και των λοιπών ενδιαφερομένων μερών, καθώς και η δυνατότητα να διενεργηθεί συγκριτική ανάλυση.

 

Πρόταση Α4: Καθορισμός προτεραιοτήτων και υποστήριξη έρευνας για τα αίτια, τις επιπτώσεις, το κόστος και την πρόληψη της βίας

 

Κύριος στόχος της έρευνας θα πρέπει να είναι ο εντοπισμός των πολιτισμικών μορφών της βίας, ώστε να αναπτυχθούν και οι κατάλληλοι τρόποι αντιμετώπισής της. Σε εθνικό επίπεδο, η έρευνα μπορεί να γίνει από κρατικά ερευνητικά κέντρα και χρηματοδότηση πανεπιστημίων και ανεξάρτητων ερευνητών. Σε τοπικό επίπεδο, θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία με τοπικά πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα και ΜΚΟ.

 

Πρόταση Α5: Προώθηση πρωτογενών παρεμβάσεων πρόληψης της βίας

Μερικές από τις σπουδαιότερες τέτοιες παρεμβάσεις είναι οι ακόλουθες:

       Ø  Προγεννητικός υγειονομικός έλεγχος για τους γονείς, καθώς και προσχολική εκπαίδευση και προγράμματα κοινωνικής ανάπτυξης για παιδιά και εφήβους

       Ø  Εκπαίδευση-κατάρτιση για καλύτερη άσκηση γονεϊκών καθηκόντων και δημοκρατική λειτουργία της οικογένειας. Οι δύο αυτές παρεμβάσεις στοχεύουν στη μείωση της παιδικής κακοποίησης και εγκατάλειψης, καθώς και της εμφάνισης βίαιων συμπεριφορών μεταξύ παιδιών και εφήβων.

       Ø  Βελτίωση της αστικής υποδομής, τόσο υλικής όσο και κοινωνικοοικονομικής. Το μέτρο αυτό στοχεύει να αντιμετωπίσει παράγοντες που συντελούν στην εμφάνιση βίας στο εσωτερικό των επιμέρους κοινοτήτων –εντοπισμός γειτονιών όπου εμφανίζονται συχνά φαινόμενα βίας, ανάλυση των παραγόντων που καθιστούν μια περιοχή επικίνδυνη και τροποποίηση ή άρση αυτών των παραγόντων. Το μέτρο αυτό επίσης αφορά στη βελτίωση της κοινωνικοοικονομικής υποδομής των τοπικών κοινωνιών με μεγαλύτερες επενδύσεις και βελτιωμένες εκπαιδευτικές και οικονομικές ευκαιρίες

      Ø  Μέτρα για τη μείωση των τραυματισμών από όπλα και τη βελτίωση της ασφάλειας που σχετίζεται με τη χρήση τους

      Ø  Εκστρατείες πληροφόρησης για την αλλαγή στάσεων, συμπεριφορών και κοινωνικών κανόνων. Επειδή ακόμη δεν υπάρχει διαθέσιμη κάποια σοβαρή μελέτη που να εξετάζει σε ποιο βαθμό η έκθεση στη βία μέσα από τα media εκτρέφει κάποια είδη βίαιης συμπεριφοράς, τα ΜΜΕ μπορούν να συμβάλουν στην ενημέρωση για τη βία και την καταπολέμησή της.

        

Πρόταση Α6: Ενίσχυση των πολιτικών υποστήριξης των θυμάτων της βίας

 

Το Εθνικό Σύστημα Υγείας θα πρέπει να μεριμνά, ώστε να παρέχει υψηλού επιπέδου περίθαλψη στα θύματα της βίας κάθε μορφής, καθώς και υπηρεσίες αποκατάστασης και υποστήριξής τους, που είναι απαραίτητες για να προληφθούν πιθανές μελλοντικές επιπλοκές. Στις προτεραιότητες περιλαμβάνονται:

       Ø  Βελτίωση του εθνικού μηχανισμού ανταπόκρισης και της ικανότητας του συστήματος υγείας να θεραπεύει και να αποκαθιστά τα θύματα

     Ø  Αναγνώριση των ενδείξεων βίαιων περιστατικών ή συνεχιζόμενων βίαιων καταστάσεων και παραπομπή των θυμάτων τους στους αρμόδιους φορείς για υποστήριξη

       Ø  Εξασφάλιση πως οι υπηρεσίες υγείας, καθώς και οι νομικές, αστυνομικές και κοινωνικές υπηρεσίες αποτρέπουν αποτελεσματικά παλαιότερους θύτες από την επανάληψη των βίαιων πράξεών τους

       Ø  Κοινωνική υποστήριξη, προγράμματα πρόληψης και άλλες υπηρεσίες που, αφενός προστατεύουν τις γυναίκες και τα παιδιά από κινδύνους βίας και, αφετέρου, μειώνουν το άγχος των υπαλλήλων παροχής υπηρεσιών υγείας

       Ø  Συμπερίληψη μαθημάτων σχετικών με την πρόληψη της βίας στα προγράμματα σπουδών που απευθύνονται σε γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό

Κάθε μια από αυτές τις προτάσεις μπορεί να συμβάλει στη μείωση των επιπτώσεων της βίας στους πολίτες και στο κόστος που η βία συνεπάγεται για το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Όμως, ο σχεδιασμός και η εφαρμογή των μέτρων αυτών θα πρέπει να προβλέπει δικλείδες ασφαλείας, ώστε να προλαμβάνεται η «επαναθυματοποίηση» παλαιότερων θυμάτων – δηλαδή να φροντίσουν ώστε να αποφευχθεί η πιθανότητα τα θύματα να υποστούν και άλλη βία από τα ίδια πρόσωπα, να αποκλειστούν από τις οικογένειές τους ή την κοινωνία και γενικά να υποστούν αρνητικές συνέπειες λόγω των βιωμάτων βίας που είχαν.

 

Πρόταση Α7: Ενσωμάτωση της πρόληψης της βίας στις κοινωνικές και εκπαιδευτικές πολιτικές - προώθηση της ισότητας των φύλων και της κοινωνικής ισότητας

 

Σε πολλές περιπτώσεις, η βία σχετίζεται με φυλετικές ή κοινωνικές ανισότητες, καθώς και με την ανισότητα μεταξύ των δύο φύλων. Από την εμπειρία των κρατών που έχουν βελτιώσει τη θέση των γυναικών και έχουν μειώσει τον κοινωνικό αποκλεισμό τους συνάγεται πως, για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, είναι απαραίτητη μια δέσμη παρεμβάσεων, όπως: νομικές και δικαστικές μεταρρυθμίσεις, διασφάλιση μιας ισόρροπης συμμετοχής των δύο φύλων στους δημοκρατικούς θεσμούς και στα κέντρα λήψης αποφάσεων, εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού, εκπαίδευση και έλεγχος των αστυνομικών και των δημοσίων λειτουργών, εκπαιδευτικά και οικονομικά κίνητρα σε λιγότερο ευνοούμενες ομάδες, καταπολέμηση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.

 

Πρόταση Α8: Ενισχυμένη συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με την πρόληψη της βίας

 

Είναι απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ διεθνών αντιπροσωπειών, κυβερνήσεων, ερευνητών, δικτύων και ΜΚΟ που ασχολούνται με την πρόληψη της βίας, ώστε να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή ανταλλαγή γνώσης και εμπειρίας, η συμφωνία σχετικά με τους επιδιωκόμενους στόχους και ο συντονισμός της δράσης. Τα παραπάνω καθίστανται εφικτά με τη δημιουργία συντονιστικών μηχανισμών, ώστε να αποφευχθούν περιττές διπλοκαταχωρήσεις και να υπάρξει εξοικονόμηση πόρων και ενέργειας, μέσω της αξιοποίησης της εμπειρίας και της συνένωσης δικτύων, χρηματοδοτήσεων και υποδομών.

Η συνεισφορά των εθελοντικών ομάδων υποστήριξης –που ασχολούνται με τη βία εναντίον γυναικών, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κλπ- θα πρέπει να αναγνωριστεί και να ενθαρρυνθεί με πρακτικά μέτρα, όπως είναι η συμπερίληψη αυτών των ομάδων σε επίσημες ομάδες εργασίας. Η συνεισφορά των εμπειρογνωμόνων που ασχολούνται με τη βία θα πρέπει να υποβοηθηθεί με την ανάπτυξη μιας πλατφόρμας που να διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών, την κοινή έρευνα και τις νομικές επεξεργασίες.

 

Β. ΔΙΕΘΝΕΣ – ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ

Σε διεθνές επίπεδο μπορούν να αναληφθούν σημαντικές πρωτοβουλίες για την εκκίνηση του αγώνα κατά της βίας από την Ελληνική Προεδρία. Οι περισσότερες από τις προαναφερθείσες πολιτικές είναι σκόπιμο να επιχειρηθεί να προσαρμοστούν και να εφαρμοστούν και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πιο συγκεκριμένα:

 

Πρόταση Β1: Ενίσχυση της δυνατότητας συλλογής στοιχείων για τη βίας

 

Να επιχειρηθεί η ανάπτυξη διεθνώς αποδεκτών προτύπων συλλογής στοιχείων για τη βία. Κατ’αυτόν τον τρόπο θα είναι ευκολότερη η σύγκριση των στοιχείων μεταξύ διαφορετικών κρατών και πολιτισμών. Από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας προτείνονται τα «International classification of external causes of injuries» και «Injury surveillance guidelines» που εκπόνησαν ο Π.Ο.Υ. και τα «Centers of Disease Control and Prevention» των ΗΠΑ. Στο πλαίσιο της Ελληνικής Προεδρίας μπορεί να επιχειρηθεί η ανάπτυξη νέων, ευρωπαϊκής εμπνεύσεως προτύπων.

 

Πρόταση Β2: Καθορισμός προτεραιοτήτων και υποστήριξη έρευνας για τα αίτια, τις επιπτώσεις, το κόστος και την πρόληψη της βίας

 

Όπως προαναφέρθηκε, κύριος στόχος της έρευνας θα είναι ο εντοπισμός των πολιτισμικών διαφορών μεταξύ των μορφών της βίας στην Ε.Ε. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, λοιπόν, μπορεί να ξεκινήσει έρευνα για θέματα όπως: η σχέση μεταξύ βίας και παγκοσμιοποίησης (οικονομικές, περιβαλλοντικές και πολιτισμικές επιπτώσεις), οι παράγοντες που προκαλούν ή αποτρέπουν τη βία και που είναι κοινοί σε όλες τις κουλτούρες και κοινωνίες, καθώς και ποιές προσεγγίσεις πρόληψης της βίας είναι βιώσιμες και προσαρμόσιμες σε διαφορετικά περιβάλλοντα.

 

Πρόταση Β3: Προώθηση πρωτογενών παρεμβάσεων πρόληψης της βίας

 

Και σε διεθνές επίπεδο θα μπορούσε να επιχειρηθεί η εφαρμογή πολιτικών που ήδη αναφέρθηκαν στην Πρόταση Α5. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να αναλάβει τη χρηματοδότηση έρευνας για το ρόλο των ΜΜΕ στη γένεση κάποιων ειδών βίαιης συμπεριφοράς ή μια διεθνή καμπάνια ενημέρωσης για τη μείωση των τραυματισμών από πυροβόλα όπλα.. Επίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορούσε να εντάξει στις πολιτικές της προγράμματα εκπαίδευσης των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων σε επικοινωνία με μη χρήση βίας. Τα προγράμματα αυτά θα μπορούσαν να ενταχθούν μέσα στα επίσημα curricula των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ή να λειτουργήσουν ανεξάρτητα ως κατηγορία συνεχιζόμενης κατάρτισης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αυξάνονται οι πιθανότητες για αρμονικές οικογενειακές σχέσεις και μείωση των φαινομένων βίας που εμφανίζονται στο εσωτερικό της οικογένειας, με συνήθη θύματα τις γυναίκες και τα παιδιά.

 

Πρόταση Β4: Ενσωμάτωση της πρόληψης της βίας στις κοινωνικές και εκπαιδευτικές πολιτικές και προώθηση της ισότητας των φύλων και της κοινωνικής ισότητας

 

Σε διεθνές επίπεδο μπορεί να επιχειρηθεί ανταλλαγή καλών πρακτικών μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, αφού κάποιες από τις χώρες μέλη της Ένωσης (οι Σκανδιναβικές κυρίως) έχουν κάνει σημαντικές προόδους στην εξάλειψη των ανισοτήτων μεταξύ των δύο φύλων στην κοινωνική ένταξη των μεταναστών και στην καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Οι κοινωνικές αυτές αλλαγές έχουν οδηγήσει και σε μείωση των φαινομένων βίας. Η εμπειρία των χωρών αυτών, λοιπόν, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και στο πλαίσιο αυτής της εκστρατείας.

 

Πρόταση Β5. Αναζήτηση πρακτικών και διεθνώς συμφωνηθέντων μέτρων καταπολέμησης του διεθνούς εμπορίου των ναρκωτικών, των όπλων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης γυναικών και παιδιών

 

Το διεθνές εμπόριο όπλων και ναρκωτικών, καθώς και η διακίνηση γυναικών και παιδιών με σκοπό τη σεξουαλική τους εκμετάλλευση συνδέονται με τη βία σε όλες τις χώρες του κόσμου. Υπολογίζεται πως ακόμα και η ελάχιστη πρόοδος στην πάταξη της δράσης των εγκληματικών δικτύων μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση της βίας παγκοσμίως. Γι αυτό, θα πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω τρόποι καταπολέμησής τους, σε συνεργασία και με τους αρμόδιους κυβερνητικούς και κοινωνικούς φορείς.

 

Πρόταση Β6: Προώθηση και έλεγχος της συμμόρφωσης προς διεθνείς συμβάσεις, νομοθεσία και άλλους μηχανισμούς που προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα

 

Τα τελευταία χρόνια, έχουν υπογραφεί πολλές διεθνείς συμφωνίες που στοχεύουν στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κάποιες χώρες όμως δεν έχουν κάνει τις απαραίτητες κινήσεις, ώστε να εναρμονισθεί η εθνική τους νομοθεσία με τις διεθνείς τους υποχρεώσεις. Στην περίπτωση που αυτό οφείλεται στην έλλειψη πόρων, τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να συμβάλει στην επίλυση του προβλήματος. Στις άλλες περιπτώσεις, είναι απαραίτητη η άσκηση πιέσεων –κυρίως μέσω των εμπορικών και άλλων συμβάσεων συνεργασίας που συνάπτει η Ένωση με τρίτες χώρες-, ώστε να επέλθουν οι απαραίτητες αλλαγές στη νομοθεσία και την πρακτική.

 

Πρόταση Β7: Ενισχυμένη συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με την πρόληψη της βίας

 

Οι συντονιστικοί μηχανισμοί που θα δημιουργηθούν σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο θα πρέπει να δημιουργηθούν με την υποστήριξη του ΠΟΥ, ώστε και η δική τους πληροφόρηση και αποτελεσματικότητα να αυξάνεται, αλλά και να διαχέονται τα αποτελέσματα του έργου τους σε μεγαλύτερους πληθυσμούς.

 

V. Συμπεράσματα

 

Είναι γεγονός ότι υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις στη γνώση μας για το φαινόμενο της βίας και γι αυτό είναι απαραίτητη η περαιτέρω έρευνα. Ωστόσο, η συσσωρευμένη εμπειρία μας έχει οδηγήσει σε σημαντικά συμπεράσματα για την πρόληψη της βίας και τον περιορισμό των αρνητικών συνεπειών της:

 

Η βία είναι συχνά προβλέψιμη και αποτρέψιμη. Υπάρχουν συγκεκριμένοι παράγοντες που προκαλούν τα φαινόμενα βίας, πράγμα που πρέπει να έχουμε υπόψη μας ακόμα και όταν αυτή η σχέση αιτίου-αιτιατού δεν είναι προφανής. Ο προσδιορισμός και η μέτρηση αυτών των παραγόντων μπορεί να παρέχει έγκαιρη προειδοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές για τα επικείμενα φαινόμενα βίας.

 

Η πρόληψη συμβάλλει στην καταστολή. Είναι παγκόσμια η τάση των αρμοδίων αρχών να αντιμετωπίζουν τη βία μόνο αφότου εκδηλωθεί. Όμως, η πρόληψη μπορεί να είναι πολύ πιο χαμηλού κόστους, πιο αποτελεσματική και μακροχρόνια, για την καταπολέμηση της βίας.

 

Η κατανόηση του γενικού πλαισίου της βίας είναι ζωτικής σημασίας για το σχεδιασμό των παρεμβάσεων. Όλες οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν προβλήματα βίας, όμως το γενικό της πλαίσιο -οι περιστάσεις υπό τις οποίες εμφανίζεται, η φύση της και η στάση της κοινωνίας απέναντί της- ποικίλλει από κοινωνία σε κοινωνία. Κατά το σχεδιασμό προγραμμάτων πρόληψης, το πλαίσιο της βίας θα πρέπει να έχει γίνει κατανοητό, ώστε να προσαρμοστούν οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις στο συγκεκριμένο πληθυσμό-στόχο.

 

Οι διάφορες μορφές βίας συνδέονται με διάφορους τρόπους και πολλές φορές έχουν κοινά στοιχεία κινδύνου. Δυστυχώς, η έρευνα και οι προληπτικές ενέργειες συχνά διενεργούνται ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Εάν ξεπεραστεί ο κατακερματισμός στην έρευνα, τότε η αποτελεσματικότητα  των παρεμβάσεων μπορεί να ενισχυθεί.

 

Οι πόροι θα πρέπει να επικεντρώνονται στις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες. Η βία, όπως πολλά προβλήματα υγείας, δεν είναι ουδέτερη. Ενώ όλες οι κοινωνικές τάξεις έχουν κάποια εμπειρία βίας, η έρευνα καταδεικνύει πως τα κατώτερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να την υποστούν. Θα πρέπει, λοιπόν, να αντιμετωπιστεί η αδιαφορία πολλών εθνικών συστημάτων υγείας για τις πιο ευάλωτες ομάδες πολιτών.

 

Η παθητικότητα είναι εμπόδιο στην αντιμετώπιση της βίας και, μάλιστα, την ενθαρρύνει. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την αντίληψη -η οποία είναι κυρίαρχη στην περίπτωση των ανισοτήτων μεταξύ των δύο φύλων- που θεωρεί τη βία ως αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης φύσης και κοινωνίας. Αυτός ο συμβιβασμός με τη βία συχνά ενισχύεται από το ίδιο συμφέρον, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με το κοινωνικά αποδεκτό σε κάποιες περιοχές δικαίωμα των ανδρών να κακομεταχειρίζονται τις γυναίκες τους. Η αντιμετώπιση αυτών των αντιλήψεων είναι απαραίτητη.

 

Η πολιτική δέσμευση στην αντιμετώπιση της βίας είναι ζωτικής σημασίας για τη δημόσια υγεία. Όσο μεγάλη προσπάθεια κι αν καταβληθεί από μη κυβερνητικούς φορείς και οργανώσεις, τελικά χρειάζεται πολιτική δέσμευση για να υπάρχει επιτυχία. Η δέσμευση αυτή είναι σημαντική τόσο σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο –όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις πολιτικής, νομοθεσίας και χρηματοδότησης σχετικών προσπαθειών-, όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, όπου υπάρχει η ευθύνη για την καθημερινή διαχείριση συγκεκριμένων πολιτικών.

 

Η βία δεν είναι αναπόφευκτη. Μπορούν να γίνουν πολλά και για να την αντιμετωπίσουμε και να την προλάβουμε. Η παγκόσμια κοινότητα δεν έχει ακόμα εκτιμήσει πλήρως το μέγεθος αυτού του έργου και δε διαθέτει ακόμα όλα τα απαραίτητα εργαλεία για να το φέρει εις πέρας. Όμως, η γνώση μας για τη βία συνεχώς αυξάνεται και ήδη έχει αποκτηθεί σημαντική εμπειρία.