<EntPE>ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ</EntPE>

1999

2004

Έγγραφο συνόδου

<RefStatus>ΤΕΛΙΚΟ</RefStatus>

<NoDocSe>A5-0312/2000</NoDocSe>

<RefVer></RefVer>

<Date>{27/10/2000}27 Οκτωβρίου 2000</Date>

<RefProcLect>*</RefProcLect>

<TitreType>ΕΚΘΕΣΗ</TitreType>

<Titre>σχετικά με την πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας για πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 1, της σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του άρθρου 2 και του παραρτήματος της εν λόγω σύμβασης.</Titre>

<DocRef>(9426/2000 – C5-0359/2000 – 2000/0809(CNS))</DocRef>

<Commission>{ΕΛΕΥ}Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων </Commission>

Εισηγήτρια: <Depute>Άννα Καραμάνου</Depute>


 

 

Υπόμνημα για τα χρησιμοποιούμενα σύμβολα

        *      Διαδικασία διαβούλευσης
πλειοψηφία των ψηφισάντων

     **I      Διαδικασία συνεργασίας (πρώτη ανάγνωση)
πλειοψηφία των ψηφισάντων

   **II      Διαδικασία συνεργασίας (δεύτερη ανάγνωση)
πλειοψηφία των ψηφισάντων για έγκριση της κοινής θέσης
πλειοψηφία των βουλευτών που αποτελούν το Κοινοβούλιο για απόρριψη ή τροποποίηση της κοινής θέσης

    ***      Σύμφωνη γνώμη
πλειοψηφία των βουλευτών που αποτελούν το Κοινοβούλιο εκτός από τις περιπτώσεις που μνημονεύονται στα άρθρα  105, 107, 161 και 300 της Συνθήκης ΕΚ και στο άρθρο  7 της Συνθήκης ΕΕ

   ***I      Διαδικασία συναπόφασης (πρώτη ανάγνωση)
πλειοψηφία των ψηφισάντων

***II      Διαδικασία συναπόφασης (δεύτερη ανάγνωση)
πλειοψηφία των ψηφισάντων για έγκριση της κοινής θέσης
πλειοψηφία των βουλευτών που αποτελούν το Κοινοβούλιο για απόρριψη ή τροποποίηση της κοινής θέσης

***III      Διαδικασία συναπόφασης (τρίτη ανάγνωση)
πλειοψηφία των ψηφισάντων για έγκριση του κοινού σχεδίου

 

(Η ενδεικνυόμενη διαδικασία στηρίζεται στη νομική βάση που πρότεινε η Επιτροπή)

 

 

 


<PgIndex>ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Σελίδα

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ................................................................................................ 4

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ...................................................................................................... 6

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ.......................................................................... 11

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ....................................................................................................... 10

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ

ΑΓΟΡΑΣ................................................................................................................................... 13

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ............................................................................................................................. 16

 

 


<PgReglementaire>Ιστορικό της διαδικασίας

Με την από {05.07.2000}5 Ιουλίου 2000 επιστολή του, το Συμβούλιο κάλεσε το Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει, σύμφωνα με το άρθρο 39, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΕ, σχετικά με την πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας για πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου 43 παράγραφος 1 της σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του άρθρου 2 και του παραρτήματος της εν λόγω σύμβασης (9426/2000 - 2000/0809 (CNS)).

Κατά τη συνεδρίαση της {07.07.2000}7ης Ιουλίου 2000, η Πρόεδρος του Κοινοβουλίου ανακοίνωσε ότι παρέπεμψε την εν λόγω πρωτοβουλία, για εξέταση επί της ουσίας, στην {ΕΛΕΥ}Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και, για γνωμοδότηση, στην {ΟΙΚΟ}Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής καθώς και στην Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς (C5-0359/2000).

Κατά τη συνεδρίασή της στις {29.08.2000}29 Αυγούστου 2000, η {ΕΛΕΥ}Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων όρισε εισηγήτρια την κ. Άννα Καραμάνου.

Κατά τις συνεδριάσεις της στις 13-14 Σεπτεμβρίου, 10-12 Οκτωβρίου και 23-24 Οκτωβρίου 2000, η επιτροπή εξέτασε την πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας καθώς και το σχέδιο έκθεσης.

Κατά την τελευταία ως άνω συνεδρίαση, η επιτροπή ενέκρινε το σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος με 33 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 1 αποχή.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές: Graham R. Watson, πρόεδρος· Robert J.E. Evans και Bernd Posselt, αντιπρόεδροι· Άννα Καραμάνου, εισηγήτρια· Jan Andersson (αναπλ. Adeline Hazan), Alima Boumediene-Thiery, Rocco Buttiglione, Marco Cappato, Michael Cashman, Charlotte Cederschiöld, Carlos Coelho, Thierry Cornillet, Gérard M.J. Deprez, Γιώργος Δημητρακόπουλος (αναπλ. Marcello Dell'Utri), Pernille Frahm, Evelyne Gebhardt (αναπλ. Sérgio Sousa Pinto), Bertel Haarder (αναπλ. Jan-Kees Wiebenga), Jorge Salvador Hernández Mollar, Margot Keßler, Timothy Kirkhope, Ewa Klamt, Alain Krivine (αναπλ. Giuseppe Di Lello Finuoli), Βαρόνη Sarah Ludford, Μινέρβα Μελπομένη Μαλλιώρη (αναπλ. Gerhard Schmid), Lucio Manisco (αναπλ. Fodé Sylla), Hartmut Nassauer, William Francis Newton Dunn (αναπλ. Daniel J. Hannan), Arie M. Oostlander (αναπλ. Enrico Ferri), Elena Ornella Paciotti, Hubert Pirker, Martin Schulz, Patsy Sörensen, Joke Swiebel, Anna Terrón i Cusí, Maurizio Turco (αναπλ. Frank Vanhecke) και Gianni Vattimo.

Οι γνωμοδοτήσεις της {ΟΙΚΟ}Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς επισυνάπτονται στην παρούσα έκθεση.

Η έκθεση κατατέθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2000.

Η προθεσμία κατάθεσης τροπολογιών θα αναγράφεται στο σχέδιο ημερήσιας διάταξης της περιόδου συνόδου κατά την οποία θα εξετασθεί η έκθεση.


<PgPartieA><SubPage>ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ

Πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας για πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου 43 παράγραφος 1 της σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του άρθρου 2 και του παραρτήματος της εν λόγω σύμβασης (9426/2000 – C5‑0359/2000 – 2000/0809(CNS))

Η εν λόγω πρωτοβουλία τροποποιείται ως ακολούθως:

<SubAmend>

Κείμενο που προτείνει η Πορτογαλική Δημοκρατία[1]

 

Τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου

<Amend>(Τροπολογία <NumAm>1</NumAm>)

<TitreAm>Τίτλος</TitreAm>

Πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας για πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου 43 παράγραφος 1 της σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του άρθρου 2 και του παραρτήματος της εν λόγω σύμβασης.

Πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας για πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου 43 παράγραφος 1 της σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του άρθρου 2 και του παραρτήματος της εν λόγω σύμβασης, καθώς και των άρθρων 28, 29, 34 και 40.

<TitreJust>Αιτιολόγηση:</TitreJust>

<AmJust>Δείτε τις αιτιολογήσεις των επόμενων τροπολογιών που επεκτείνουν το πεδίο του Πρωτοκόλλου.</AmJust>

</Amend><LANG:EL><Amend>(Τροπολογία <NumAm>2</NumAm>)

<TitreAm>Άρθρο 1, παραγραφοσ 1α (νέα)

Άρθρο 28 της Σύμβασης Ευρωπόλ</TitreAm>

 

 

1α) (νέα)

Το άρθρο 28 της Σύμβασης Ευρωπόλ τροποποιείται ως εξής:

 

Το διοικητικό συμβούλιο

2. Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από έναν αντιπρόσωπο κάθε κράτους μέλους. Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου έχει μία ψήφο. Το ΕΚ αντιπροσωπεύεται από δυο παρατηρητές για το διάστημα μιας κοινοβουλευτικής περιόδου.

<TitreJust>Αιτιολόγηση:</TitreJust>

<AmJust>H τροπολογίa αυτή του άρθρου 28 της Σύμβασης της Ευρωπόλ στοχεύει στην απαραίτητη ενίσχυση του δημοκρατικού ελέγχου της Ευρωπόλ, έλεγχο αντίστοιχο με αυτόν που ενεργεί το ΕΚ σε σχέση με την Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα ή τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή (άρθρο 112, παράγραφος 2β, 113, παράγραφος 3 και 195 της Συνθήκης για την ΕΚ).</AmJust>

</Amend><LANG:EL><Amend>(Τροπολογία <NumAm>3</NumAm>)

<TitreAm>Άρθρο 1, Παραγραφοσ 1β (νέα)

Άρθρο 29 της Σύμβασης Ευρωπόλ</TitreAm>

 

 

1β) (νέα)

Το άρθρο 29 της Σύμβασης Ευρωπόλ τροποποιείται ως εξής:

 

Διευθυντής

 

1. Την Ευρωπόλ διευθύνει διευθυντής ο οποίος διορίζεται από το Συμβούλιο με πλειοψηφία δύο τρίτων, κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου και μετά από διαβούλευση με το ΕΚ, για μια περίοδο τεσσάρων ετών. Επιτρέπεται μόνον η άπαξ ανανέωση της θητείας του

 

6. Ο διευθυντής, καθώς και οι αναπληρωτές διευθυντές μπορούν να απολυθούν με απόφαση του Συμβουλίου, η οποία δέον να λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψήφων των κρατών μελών, κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση κατόπιν γνωμοδοτήσεως του διοικητικού συμβουλίου και μετά από διαβούλευση με το ΕΚ.

<TitreJust>Αιτιολόγηση:</TitreJust>

<AmJust>Οι προτεινόμενες τροπολογίες στο άρθρο 29 της σύμβασης της Ευρωπόλ στοχεύουν στην ενίσχυση του δημοκρατικού ελέγχου της Ευρωπόλ. Για να μπορέσει το ΕΚ να ασκήσει δημοκρατικό έλεγχο, θα πρέπει να έχει λόγο στην επιλογή και στην πιθανή απόλυση του διευθυντή της Ευρωπόλ.

<Amend>(Τροπολογία <NumAm>4</NumAm>)

Άρθρο 1, παραγραφοσ 1Γ (νέα)

Άρθρο 34 της Σύμβασης Ευρωπόλ

 

1γ) (νέα)

Το άρθρο 34 της Σύμβασης Ευρωπόλ τροποποιείται ως εξής:

 

Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

1. Η προεδρία του Συμβουλίου απευθύνει ετησίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ειδική έκθεση για τις εργασίες που διεξάγει η Ευρωπόλ. Η Προεδρία του Συμβουλίου παρουσιάζει την έκθεση αυτή στο ΕΚ, που μπορεί σε αυτή τη βάση να ζητήσει να γίνει ανταλλαγή απόψεων.

 

1.3 (νέα)

Ο διευθυντής της Ευρωπόλ μπορεί, μετά από αίτημα του ΕΚ ή με δική του πρωτοβουλία, να επισκέπτεται τις αρμόδιες επιτροπές του ΕΚ για ανταλλαγή απόψεων, όταν οι συνθήκες το απαιτούν.

<TitreJust>Αιτιολόγηση:</TitreJust>

<AmJust>Οι προτεινόμενες τροπολογίες στο άρθρο 34 της σύμβασης της Ευρωπόλ στοχεύουν κι αυτές στην ενίσχυση του δημοκρατικού ελέγχου της Ευρωπόλ. Για να μπορέσει το ΕΚ να ασκήσει δημοκρατικό έλεγχο, η Ευρωπόλ θα πρέπει, όπως π.χ. η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα ή ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής  (άρθρο 112, παράγραφος 2β, 113, παράγραφος 3 και 195 της Συνθήκης για την ΕΚ), να δίνει λόγο για τις δραστηριότητές της σε μια ετήσια ανταλλαγή απόψεων. Επίσης, ο διευθυντής της Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επισκέπτεται τις αρμόδιες επιτροπές του ΕΚ, όταν οι συνθήκες το απαιτούν.</AmJust>

</Amend><LANG:EL><Amend>(Τροπολογία <NumAm>5</NumAm>)

<TitreAm>Άρθρο 1, παραγραφος 1δ (νέα)

Άρθρο 40 της Σύμβασης Ευρωπόλ</TitreAm>

 

 

1δ) (νέα)

Το άρθρο 40 της Σύμβασης Ευρωπόλ τροποποιείται ως εξής:

 

Ρύθμιση διαφορών και αντιδικιών

(Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο):

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να αποφανθεί για τη ρύθμιση διαφορών και αντιδικιών μεταξύ των κρατών μελών σε σχέση με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της Σύμβασης, εφόσον οι διαφορές αυτές δεν μπορούν να λυθούν μέσα στο Συμβούλιο, έξι μήνες μετά από την παρουσίασή τους.

<TitreJust>Αιτιολόγηση:</TitreJust>

<AmJust>Η τροπολογία αυτή στοχεύει στο να θέσει την Ευρωπόλ στο δικαστικό έλεγχο του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 7 της Συνθήκης για την ΕΕ.

</Amend><LANG:EL><Amend>(Τροπολογία <NumAm>6</NumAm>)

<TitreAm>Άρθρο 2, παρ. 3</TitreAm>

3. Το παρόν Πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει 90 ημέρες μετά την κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, εκ μέρους του κράτους μέλους το οποίο προβαίνει τελευταίο σ' αυτήν τη διατύπωση και το οποίο ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την ημερομηνία υιοθέτησης από το Συμβούλιο της πράξης για τη θέσπιση του παρόντος Πρωτοκόλλου.

3. Το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει 90 ημέρες μετά την κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, εκ μέρους του κράτους μέλους το οποίο προβαίνει ως δέκατο σ' αυτή τη διατύπωση και το οποίο ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την ημερομηνία υιοθέτησης από το Συμβούλιο της πράξης για τη θέσπιση του παρόντος πρωτοκόλλου.

<TitreJust>Αιτιολόγηση:</TitreJust>

<AmJust>Η λήψη αποφάσεων με πλειοψηφία θα είναι ουσιώδους σημασίας σε μια διευρυμένη Ένωση. Η αναλογία των δύο τρίτων φαίνεται ότι αποτελεί την ορθή πλειοψηφία μεταξύ των κρατών μελών.</AmJust>

 

 


<SubPage>ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας για πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 1, της σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του άρθρου 2 και του παραρτήματος της εν λόγω σύμβασης (9426/2000 – C5‑0359/2000 – 2000/0809(CNS))

<ProcLect>(Διαδικασία διαβούλευσης)</ProcLect>

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

<Visa>    έχοντας υπόψη την πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας (9426/2000[2]),

    έχοντας υπόψη το άρθρο 34, παράγραφος 2, σημείο β), της Συνθήκης ΕΕ,

    έχοντας κληθεί από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 39, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΕ (C5‑0359/2000),

    έχοντας υπόψη τα άρθρα 67 και 106 του Κανονισμού του,

    έχοντας υπόψη την έκθεση της {ΕΛΕΥ}Επιτροπής Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της {ΟΙΚΟ}Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής καθώς και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς (A5‑0312/2000),

<Action>1.   εγκρίνει την πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας όπως τροποποιήθηκε·

2.   καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

3.   ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας·

4.   αναθέτει στην Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή καθώς και στην κυβέρνηση της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

 

1. Σύντομη ανάλυση της Σύμβασης Ευρωπόλ

 

Α. Σύμβαση Ευρωπόλ 1995

 

Η Συνθήκη του Άμστερνταμ άνοιξε το δρόμο για μια στενότερη συνεργασία των αστυνομικών δυνάμεων των κρατών μελών της ΕΕ και άμεσα μεταξύ τους και μέσω της Ευρωπόλ, της Ευρωπαϊκής εμβρυακής ομοσπονδιακής αστυνομικής δύναμης.

 

Το άρθρο Κ2 της Συνθήκης καταγράφει τις πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να αναλάβουν οι αστυνομικές δυνάμεις και η Ευρωπόλ. Μέσα σε πέντε χρόνια από τηνξ έναρξη ισχύος της Συνθήκης, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να αναλάβει κοινές ερευνητικές και επιχειρηματικές δράσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις των κρατών μελών και να δημιουργήσει ένα δίκτυο έρευνας, τεκμηρίωσης και στατιστικής ανάλυσης για το διασυνοριακό έγκλημα.

 

Ο επικεφαλής της Ευρωπόλ Jurgen Starbeck έχει πει ότι βλέπει την Ευρωπόλ να συντονίζει τις έρευνες με αστυνομικές δυνάμεις των χωρών μελών, ότι θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα ανάκρισης υπόπτων, αλλά έχει τη γνώμη ότι δεν θα πρέπει να διαθέτει εξουσίες σύλληψης και κράτησης.

 

Η ίδρυση της Eυρωπόλ συμφωνήθηκε στο πλαίσιο της Συνθήκης του Μάαστριχτ για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στις 7 Φεβρουαρίου 1992 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Οκτωβρίου 1998. Μετά την έγκριση σειράς νομικών πράξεων που σχετίζονται με τη Σύμβαση, η Ευρωπόλ ανέλαβε πλήρως τις δραστηριότητες της την 1η Ιουλίου 1999.

 

Η Ευρωπόλ εδρεύει στη Χάγη και υποστηρίζεται από τα κράτη μέλη στην ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών (σύστημα TECS και αξιωματικοί – σύνδεσμοι), έχει 220 άτομα προσωπικό και λογοδοτεί στο Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων.

 

Β. Αρμοδιότητες της Ευρωπόλ και η επέκτασή τους

 

Η πρωτοβουλία της Πορτογαλίας έχει σκοπό την επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ, ώστε να καλύπτουν το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος γενικά. Το άρθρο 2 της Σύμβασης της Ευρωπόλ αναφέρεται στις αρμοδιότητες της Ευρωπόλ: παράνομη διακίνηση ναρκωτικών, εγκλήματα στα οποία ενέχονται δίκτυα λαθρομετανάστευσης, παράνομο εμπόριο κλαπέντων οχημάτων, εμπορία ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής πορνογραφίας, παραχάραξη νομίσματος και πλαστογραφία άλλων μέσων πληρωμής, παράνομη διακίνηση ραδιενεργών και πυρηνικών ουσιών, τρομοκρατία, και δραστηριότητες νομιμοποίησης παράνομων προσόδων που σχετίζονται μόνο με τις ανωτέρω μορφές εγκλήματος.

 

Ο στόχος της προτεινόμενης από την Πορτογαλική Δημοκρατία τροποποίησης, είναι να καταστήσει ένα γενικό πλαίσιο αρμοδιότητας της Ευρωπόλ στο θέμα του ξεπλύματος του βρώμικου χρήματος. Επομένως, η προτεινόμενη τροποποίηση περιλαμβάνει, στην παράγραφο 2 του άρθρου 2, την καταπολέμηση του ξεπλύματος του βρώμικου χρήματος, ως νέα αρμοδιότητα της Ευρωπόλ. Μολαταύτα, η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου, καθορίζει ότι οι αρμοδιότητες της Ευρωπόλ σε θέματα νομιμοποίησης παράνομων προσόδων, δεν επεκτείνονται στα πρωταρχικά αδικήματα, δηλαδή στα εγκλήματα που προηγούνται του ξεπλύματος του βρώμικου χρήματος, εκτός και αν αυτά αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 2.

 

2. Σύντομη ανάλυση της πρότασης για την τροποποίηση της Σύμβασης Ευρωπόλ

 

Το θέμα του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις σε όλον τον κόσμο. Δε μπορούμε λοιπόν παρά να συμφωνήσουμε με την ιδέα της επέκτασης των αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ. Το πρωτόκολλο αυτό αποτελεί ένα από τα απαραίτητα υπό εξέταση μέτρα για την επίτευξη μιας Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε θέματα ξεπλύματος του βρώμικου χρήματος.

 

Ωστόσο, το Ε.Κ. δεν μπορεί να δεχτεί, εκτός εάν αποδεχθεί ένα ρόλο τυπικά γνωμοδοτικό, ότι σε ένα τόσο σημαντικό θέμα οι αρμοδιότητές του περιορίζονται σε γνωμοδότηση για την προτεινόμενη επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ μόνο, χωρίς να προσεγγίσει άλλες πτυχές της λειτουργίας της.

 

Πράγματι, το ΕΚ δεν είναι σε θέση να αποτιμήσει την λειτουργία της Ευρωπόλ, το βαθμό αποτελεσματικότητάς της, την ποιότητα του συστήματος επεξεργασίας δεδομένων TECS ή τα μέτρα που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του ξεπλύματος του βρώμικου χρήματος για παράδειγμα, χωρίς την επίτευξη ενισχυμένου δημοκρατικού και δικαστικού ελέγχου αυτού του Ευρωπαϊκού θεσμού.

 

Α. Η έλλειψη δημοκρατικού ελέγχου της Ευρωπόλ

 

Το ΕΚ έχει εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για την έλλειψη δημοκρατικού ελέγχου της Ευρωπόλ σε σχέση με το άρθρο 39 της Συνθήκης για την ΕΕ, σε πολλές περιπτώσεις. Το άρθρο 39 αναφέρεται στο δικαίωμα γνωμοδότησης και πληροφόρησης του ΕΚ σε θέματα που εμπίπτουν στον Τίτλο IV , δηλαδή στην αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις. Από την άλλη, το άρθρο 34 της Συνθήκης Ευρωπόλ περιορίζει το ρόλο του ΕΚ απλά στη λήψη ετησίων εκθέσεων. Οι εκθέσεις των Cederschiöld και Nassauer πάνω στο ίδιο θέμα, υπογράμμισαν αυτήν τη σοβαρή "ανωμαλία".

 

Μπορούμε λοιπόν να επεκτείνουμε τις αρμοδιότητες της Ευρωπόλ, χωρίς να τροποποιήσουμε το άρθρο 34 της Σύμβασης της Ευρωπόλ, που περιορίζει το ρόλο του ΕΚ;

 

Για να μπορέσει το ΕΚ να ασκήσει δημοκρατικό έλεγχο, η Ευρωπόλ θα πρέπει, όπως άλλοι Ευρωπαϊκοί θεσμοί (π.χ. η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα ή ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής) να δίνει λόγο για τις δραστηριότητές της με μια ετήσια ανταλλαγή απόψεων. Επίσης, ο διευθυντής της Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επισκέπτεται τις αρμόδιες επιτροπές του ΕΚ, όταν οι συνθήκες το απαιτούν. Τέλος, το ΕΚ θα πρέπει να έχει λόγο στην επιλογή διευθυντή της Ευρωπόλ.

 

Β. Η έλλειψη δικαστικού ελέγχου της Ευρωπόλ

 

Είναι εξίσου απαράδεκτο ότι οι πιθανές διαφορές ή αντιδικίες μεταξύ κρατών μελών ή μεταξύ Ευρωπόλ και κρατών μελών δεν μπορούν να παραπεμφθούν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, παρά τα όσα προβλέπει το άρθρο 35 της Συνθήκης για την ΕΕ, που αναφέρεται σε θέματα αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις. Αυτή η αντίφαση συγκρούεται με τις δημοκρατικές μας αξίες, ειδικά σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα, και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, αφού η Ευρωπόλ φαίνεται να επωμίζεται όλο και περισσότερες ευθύνες.

 

Γ. Η ισχύς του πρωτοκόλλου

 

Είναι λυπηρό ότι η διαδικασία προκειμένου να τεθεί σε ισχύ το Πρωτόκολλο βασίζεται στην ίδια που ίσχυε για την αρχική Σύμβαση της Ευρωπόλ, δηλαδή προϋποθέτει την υιοθέτησή του και από το τελευταίο κράτος μέλος.

 

Η διαδικασία αυτή θα καθυστερήσει την υιοθέτηση του Πρωτοκόλλου σε επίπεδο ΕΕ. Για το λόγο αυτό η εισηγήτρια προτείνει τη διαδικασία που ισχύει για τις συμβάσεις υπό τον Τίτλο VI της Συνθήκης για την ΕΕ, δηλαδή την έναρξη ισχύος του Πρωτοκόλλου μετά την υιοθέτησή του από οκτώ κράτη μέλη, όπως ορίζει το άρθρο 34, παράγραφος 2δ).

 

Συμπέρασμα

 

Πραγματικά δεν υπάρχει νόημα γνωμοδότησης από το Ε.Κ. αν δε χρησιμοποιήσουμε την ευκαιρία της προτεινόμενης επέκτασης των αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ για να ενισχύσουμε την αποτελεσματικότητα του θεσμού αυτού και τη δυνατότητα δημοκρατικού ελέγχου του. Αυτό είναι προς όφελος μιας πραγματικής μελλοντικής αστυνομικής συνεργασίας σε επίπεδο ΕΕ.


<Date>{17/10/2000}17 Οκτωβρίου 2000</Date>

<TitreType>ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και

Εσωτερικής Αγοράς</TitreType>

 

 

<CommissionInt>προς την Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων{LIBE}</CommissionInt>

 

<Titre>σχετικά με την πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας για πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 1, της σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του άρθρου 2 και του παραρτήματος της εν λόγω σύμβασης.</Titre>

<DocRef>(9426/2000 – C5‑0359/2000 – (2000/0809 (CNS))</DocRef>

 

 

Συντάκτης γνωμοδότησης: <Depute>Klaus-Heiner Lehne </Depute>

 

<Procedure>ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Κατά τη συνεδρίασή της στις 13 Σεπτεμβρίου 2000, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς όρισε συντάκτη γνωμοδότησης τον κ. Klaus-Heiner Lehne.

Κατά τις συνεδριάσεις της στις 9 και 17 Οκτωβρίου 2000, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς εξέτασε το σχέδιο γνωμοδότησης.

Κατά την τελευταία από τις ανωτέρω συνεδριάσεις της, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς ενέκρινε τις παρακάτω τροπολογίες ομόφωνα.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές Willi Rothley, προεδρεύων· Ward Beysen αντιπρόεδρος· .Klaus-Heiner Lehne, συντάκτης γνωμοδότησης· Luis Berenguer Fuster, Maria Berger, Philip Charles Bradbourn, Bert Doorn, Janelly Fourtou, Marie-Françoise Garaud, Heidi Anneli Hautala, Λόρδος Inglewood, Ιωάννης Κουκιάδης, , Kurt Lechner, Arlene McCarthy, Donald Neil MacCormick, Hans-Peter Mayer, Bill Miller, Elena Ornella Paciotti, Feleknas Uca, Diana, Paulette Wallis, Χρήστος Ζαχαράκης και Stefano Zappalà.


<PgPartieA><SubPage>ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

<AmJust>Ιστορικό

 

Από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Tampere (15-16 Οκτωβρίου 1999) που κατοχύρωσε τη δημιουργία ενός κοινοτικού χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ο αγώνας κατά του οργανωμένου εγκλήματος, και ειδικότερα κατά του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, έγινε μια από τις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στα συμπεράσματα της Φινλανδικής Προεδρίας, μπορούμε όντως να διαβάσουμε ότι:

"Το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος είναι στον πυρήνα του οργανωμένου εγκλήματος. Πρέπει να εξαλειφθεί παντού όπου υπάρχει. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να φροντίσει για την έγκριση συγκεκριμένων μέτρων για τον εντοπισμό, το «πάγωμα» και την κατάσχεση των προϊόντων του εγκλήματος». Με την ευκαιρία αυτή, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε το Συμβούλιο να επεκτείνει τις αρμοδιότητες της Ευρωπόλ και στον τομέα του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, ανεξάρτητα από το είδος παράβασης που βρίσκεται στη ρίζα των υπό ξέπλυμα χρημάτων.

 

Η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού οργανισμού αστυνομίας, της Ευρωπόλ, που σχεδιαζόταν από τον Ιούνιο του 1991 από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λουξεμβούργου, συμφωνήθηκε στο πλαίσιο της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΕΕ) της 7ης Φεβρουαρίου 1992. Η σύμβαση που επέτρεπε τη δημιουργία της Ευρωπόλ  (Σύμβαση Ευρωπόλ) υπεγράφη στις 26 Ιουλίου 1995 και ετέθη σε ισχύ την 1η Οκτωβρίου 1998, ετέθη δε έμπρακτα σε εφαρμογή την 1η Ιουλίου 1999.

Σκοπός της είναι η βελτίωση της αστυνομικής συνεργασίας, μέσω μιας διαρκούς, σίγουρης και εντατικής ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της Ευρωπόλ και των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών. Αρχικά περιορισμένος στον αγώνα κατά των ναρκωτικών, ο οργανισμός είδε τις αρμοδιότητές του να διευρύνονται σταδιακά και σε άλλες εγκληματικές δραστηριότητες, δεδομένου ότι αυτές δεν μπορούσαν πλέον να αντιμετωπίζονται μέσα σε ένα αποκλειστικά εθνικό πλαίσιο.

Τα καθήκοντα της Ευρωπόλ διευρύνθηκαν λοιπόν και σε άλλους τομείς όπως π.χ. η σωματεμπορία, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής πορνογραφίας «στο βαθμό που συγκεκριμένες ενδείξεις αποκαλύπτουν την ύπαρξη μιας εγκληματικής δομής ή οργάνωσης και που το θέμα ενδιαφέρει δυο ή περισσότερα κράτη μέλη» (άρθρο 2.1 της Σύμβασης Ευρωπόλ)

 

Νομική βάση

 

Όπως ορίζει το άρθρο 2.2 της ανωτέρω Σύμβασης, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει ομόφωνα, βάσει της προβλεπόμενης στον Τίτλο VI της ΣΕΕ διαδικασίας, την τροποποίηση της Σύμβασης Ευρωπόλ ώστε να επεκτείνει τις αρμοδιότητές της. Το προτεινόμενο από την Πορτογαλία βάσει του άρθρου 43.1 της Σύμβασης Ευρωπόλ σχέδιο πρωτοκόλλου περί τροποποίησης της Σύμβασης Ευρωπόλ αποσκοπεί στην επέκταση των αρμοδιοτήτων του οργανισμού αυτού «στις παράνομες δραστηριότητες ξεπλύματος βρώμικου χρήματος». Προς το σκοπό αυτό, το σχέδιο προβλέπει να δοθούν στην Ευρωπόλ αποτελεσματικότερα μέσα για την αντιμετώπιση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και για την ενίσχυση των ικανοτήτων της βοηθά τα κράτη μέλη στον αγώνα αυτό.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Λόγω της έκτασης του φαινομένου του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος σε όλα τα κράτη μέλη, η πορτογαλική πρωτοβουλία έγινε δεκτή από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προκειμένου να ενισχυθεί το νομικό οπλοστάσιο της Ένωσης.

Προς το σκοπό αυτό, και παρά την ύπαρξη νομικών μηχανισμών (οδηγία για το ξέπλυμα-νομιμοποίηση χρήματος, Σύμβαση Στρασβούργου του 1990, συστάσεις της Ομάδας χρηματοπιστωτικής δράσης για το ξέπλυμα χρημάτων), η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να ενισχύσει τον αγώνα της κατά των σοβαρών μορφών οργανωμένου και διεθνικού εγκλήματος, επεκτείνοντας τις αρμοδιότητες της Ευρωπόλ και σε αυτό το νέο τομέα.

Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς υποστηρίζει επομένως το κείμενο που προτείνει το Συμβούλιο σχετικά με τον αγώνα κατά του ξεπλύματος-νομιμοποίησης χρήματος, με την επιφύλαξη μιας απλής προσαρμογής την οποία θα ήταν σκόπιμο να υιοθετήσει η αρμόδια επί της ουσίας Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων.

</AmJust>

 

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

 

Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς καλεί την Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της την παρακάτω τροπολογία:

 

Κείμενο που προτείνει η Πορτογαλική Δημοκρατία

 

Τροπολογία του Κοινοβουλίου

 

Άρθρο 1

1α, 2, δεύτερη παράγραφος (νέα)

 

H Ευρωπόλ ασχολείται επίσης με τις διαπραχθείσες ή δυνάμενες να διαπραχθούν αξιόποινες πράξεις στο πλαίσιο τρομοκρατικών δραστηριοτήτων που θίγουν τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα και την ελευθερία των προσώπων καθώς και την περιουσία.

<TitreJust>Αιτιολόγηση:</TitreJust>

<AmJust>Δεδομένου ότι η πορτογαλική προεδρία επιφέρει τροποποίηση στην παράγραφο 2, πρώτη πρόταση, είναι απαραίτητο να προσαρμοστεί η δεύτερη πρόταση της εν λόγω παραγράφου 2.

Δεν πρέπει επίσης να λησμονούνται οι σχέσεις που αποδεδειγμένα υφίστανται μεταξύ τρομοκρατίας και νομιμοποίησης εισόδων από παράνομες δραστηριότητες.


 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της {ΟΙΚΟ}Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής</TitreType>

<CommissionInt>προς την {ΕΛΕΥ}Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων</CommissionInt>

<Titre>σχετικά με την πρωτοβουλία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας για πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 1, της σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του άρθρου 2 και του παραρτήματος της εν λόγω σύμβασης.</Titre>

<DocRef>(9426/2000 – C5‑0359/2000 – (2000/0809 (CNS))</DocRef>

Συντάκτης γνωμοδότησης: <Depute>Carles-Alfred Gasòliba i Böhm</Depute>

<Procedure>ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Κατά τη συνεδρίασή της στις {05.09.2000}5 Σεπτεμβρίου 2000, η {ΟΙΚΟ}Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής όρισε συντάκτη γνωμοδότησης τον κ. Carles-Alfred Gasòliba i Böhm.

Κατά τη συνεδρίασή της στις 11 Οκτωβρίου 2000, η επιτροπή εξέτασε το σχέδιο γνωμοδότησης.

Κατά την τελευταία ως άνω συνεδρίαση, η επιτροπή ενέκρινε τα κατωτέρω συμπεράσματα ομόφωνα.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές: Christa Randzio-Plath, πρόεδρος· Ιωάννης Θεωνάς, αντιπρόεδρος· Richard A. Balfe, Luis Berenguer Fuster, Pervenche Berès, Renato Brunetta (αναπλ. José Manuel García-Margallo y Marfil), Hans Udo Bullmann, Harald Ettl (αναπλ. Simon Francis Murphy), Jonathan Evans, Ingo Friedrich (αναπλ. Alexander Radwan), Robert Goebbels, Christopher Huhne, Liam Hyland, Pierre Jonckheer, Othmar Karas, Γεώργιος Κατηφόρης, Piia-Noora Kauppi, Werner Langen (αναπλ. Christoph Werner Konrad), Alain Lipietz, Astrid Lulling, Peter Michael Mombaur (αναπλ. Ιωάννη Μαρίνου), Fernando Pérez Royo, Bernhard Rapkay, Karin Riis-Jørgensen, Amalia Sartori, Peter William Skinner, Charles Tannock, Marianne L.P. Thyssen, Helena Torres Marques, Bruno Trentin, Theresa Villiers και Karl von Wogau.

 

<PgPartieA><SubPage>ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Αποφασισμένο να καταστήσει την Ένωση ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαίου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναρωτήθηκε κατ' επανάληψη για τα μέσα καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και ιδιαίτερα όσον αφορά την πρόληψη του ξεπλύματος κεφαλαίου που παράγεται από εγκληματικές δραστηριότητες. Κατά την ειδική του σύνοδο στο Τάμπερε που αφιερώθηκε στα θέματα αυτά, στις 16 Ιουνίου 2000, κάλεσε ιδιαίτερα το Συμβούλιο να επεκτείνει τις αρμοδιότητες της Ευρωπόλ στο ξέπλυμα κεφαλαίων γενικώς, οποιαδήποτε κι' αν είναι η παράβαση από την οποία πηγάζουν ξεπλυμένα προϊόντα.

 

Στη βάση αυτή η Πορτογαλία, ασκούσα τότε την Προεδρία του Συμβουλίου, παρουσίασε στις 26 Ιουνίου 2000 την πρωτοβουλία μιας πράξης του Συμβουλίου με στόχο την τροποποίηση με ένα πρωτόκολλο της Σύμβασης για τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), εις τρόπον ώστε να περιλαμβάνεται στους τομείς αρμοδιοτήτων της τελευταίας η καταπολέμηση του ξεπλύματος κεφαλαίων.

 

Το συνημμένο στο σχέδιο πράξης πρωτόκολλο συνίσταται σε ένα κείμενο κατ' ουσίαν νομικό, που τροποποιεί τα σχετικά τμήματα της Σύμβασης Ευρωπόλ: στο άρθρο 2.2, η έννοια των "παρανόμων δραστηριοτήτων ξεπλύματος βρώμικων κεφαλαίων" εντάσσεται στη δεύτερη θέση του καταλόγου των καθηκόντων της Ευρωπόλ, αμέσως μετά την πρόληψη και καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Ωστόσο, στην επόμενη παράγραφο (2.3), οι πρωταρχικές παραβάσεις στον τομέα του ξεπλύματος κεφαλαίων αποκλείονται σαφώς από τις αρμοδιότητες της Ευρωπόλ. Τέλος, δεδομένου ότι το κείμενο του παραρτήματος αναφέρεται στο άρθρο 2.2, τροποποιήθηκε ακολούθως.

<AmJust></AmJust>

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Στις εγκριθείσες εκθέσεις και γνωμοδοτήσεις της και ιδιαίτερα εκείνη της 1ης Μαρτίου 2000 προς την Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σχετικά με τους πυρήνες οικονομικών πληροφοριών (οδηγία 91/308/ΕΟΚ), η Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή κατ' επανάληψη υπογράμμισε την ανάγκη καταπολέμησης του ξεπλύματος κεφαλαίων που αποτελεί την απαραίτητη βάση του οικονομικού στόχου κάθε εγκληματικής δραστηριότητας και που λόγω του όγκου του αποτελεί απειλή για τη νόμιμη οικονομία. Δεν μπορεί επομένως παρά να εκφράσει την ικανοποίησή της για την επέκταση αυτή των αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ που θα έπρεπε να της επιτρέψει να υποστηρίξει αποτελεσματικότερα τις προσπάθειες των κρατών μελών στον τομέα αυτό και να εξασφαλίσει έναν καλύτερο συντονισμό των προσπαθειών αυτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

 

Η Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή θεωρεί ότι το προτεινόμενο κείμενο μπορεί να εγκριθεί χωρίς τροποποίηση και συνιστά ως εκ τούτου την έγκριση της πρότασης πράξης του Συμβουλίου.

 

 

 



[1] ΕΕ C 200 της 13.07.2000, σελ. 1.

[2] ΕΕ C 200, της 13.07.2000, σελ. 1.