50 ΧΡΟΝΙΑ ΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΗΤΤΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ
1952-2002

άρθρο της ¶ννας ΚΑΡΑΜΑΝΟΥ Ευρωβουλευτή ΠΑΣΟΚ,

03. 01. 2002

 

Η αναγνώριση των ανθρώπινων και πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών, όπου γης, είναι μια πολύ πρόσφατη και πονεμένη ιστορία. Η έξοδος του μισού του ανθρώπινου γένους, του θηλυκού, από την περιθωριοποίηση και την αφάνεια αιώνων, η συμμετοχή του στη δημόσια ζωή, στην εκπαίδευση και τις οικονομικές δραστηριότητες συνιστά, κατά τους κοινωνιολόγους, την μεγαλύτερη ειρηνική κοινωνική επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αυτό το ιστορικό γεγονός δεν συγκαταλέγεται βέβαια στους επισήμους εορτασμούς.

Στην Ελλάδα το δικαίωμα ψήφου των γυναικών κλείνει φέτος τα 50, αφού κατά το σωτήριον έτος 1952 αναγνωρίσθηκαν και οι γυναίκες ως πολιτικές οντότητες, δηλαδή ως πολίτες αυτής της χώρας με πλήρη δικαιώματα. Αυτή η επέτειος των 50 χρόνων ασφαλώς αποτελεί μια καλή ευκαιρία για αποτίμηση της κατάστασης, για να δούμε που βρισκόμαστε, πόσο δρόμο έχουμε διανύσει και τι απόσταση μας απομένει ακόμη.

Ασφαλώς η μεγαλύτερη νίκη που κατήγαγαν οι γυναίκες κατά τα τελευταία 50 χρόνια είναι αυτή της μόρφωσης και της συμμετοχής τους σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, καταρρίπτοντας μια "παράδοση" αποκλεισμού αιώνων. Όμως καλύτερα από τα λόγια οι αριθμοί δίνουν το μέγεθος του θριάμβου των γυναικών. Στο σύνολο των 22.784 πτυχιούχων ΑΕΙ, του ακαδημαϊκού έτους 1999-2000, οι 13.953 είναι γυναίκες, δηλαδή, ποσοστό 61,2%. Κατά το ίδιο έτος γράφτηκαν στο α' εξάμηνο φοίτησης 16.446 άνδρες και 24.195 γυναίκες, ποσοστό 59,5%. Στα ΤΕΙ η εικόνα είναι περίπου η ίδια. Οι γυναίκες αποτελούν το 57,2% των αποφοίτων. Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το ποσοστό των πτυχιούχων γυναικών φτάνει το 72,7% του συνόλου, στο Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης το 58,6 , στο Πάντειο το 67,4%, στη Βιομηχανική Πειραιώς το 54,6%, στο Οικονομικό Αθηνών το 54,6%, στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών το 72,2%, στο Ιόνιο το 79,5%, στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου το 60,7%. Τη τιμή και την υπόληψη των ανδρών σώζει το Μετσόβιο Πολυτεχνείο, όπου το ποσοστό των γυναικών είναι μόλις 34,1%!!.. Οι αριθμοί και τα ποσοστά καταδεικνύουν, ότι όπου οι διαδικασίες είναι αδιάβλητες, αξιοκρατικές και αντικειμενικές, όπου υπάρχει δικαιοσύνη και πραγματική ισότητα ευκαιριών, εκεί οι γυναίκες δεν έχουν κανένα πρόβλημα. Πρόβλημα έχουν η ιεραρχία των φύλων και η αρρενοκεντρική οργάνωση της κοινωνίας.

Στον τομέα της αμειβόμενης εργασίας σημειώθηκαν μεγάλες νίκες, αλλά και βαρειές ήττες, παρά την αυξανόμενη και δυναμική παρουσία των γυναικών σε όλους τους επαγγελματικούς και επιστημονικούς κλάδους. Στο δικαστικό σώμα το 75% των νεοεισερχομένων είναι γυναίκες, που σημαίνει ότι, εντός ολίγου, τα ίδια ποσοστά θα ισχύσουν και για τον ¶ρειο Πάγο. Ωστόσο, ταυτόχρονα στην αγορά εργασίας επιβιώνουν παρωχημένες αντιλήψεις και προκαταλήψεις, που έχουν ως συνέπεια διακρίσεις και ανισότητες εις βάρος των γυναικών, αυξημένα ποσοστά ανεργίας, χαμηλές αμοιβές και συντάξεις, παρά τους νόμους για την ισότητα που ψηφίστηκαν στη δεκαετία του 1980. Η εργασία των γυναικών συχνά αντιμετωπίζεται ως προσωρινή κατάσταση και συμπληρωματική του οικογενειακού προϋπολογισμού. Στη συνείδηση πολλών, η μητρότητα, τα οικιακά και η δωρεάν παροχή υπηρεσιών είναι καταγεγραμμένες ως οι μόνες αποδεκτές ενασχολήσεις των γυναικών. Εξού και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης δομήθηκε κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται σε αυτές τις προσδοκίες. Η μητρότητα και η φροντίδα των παιδιών, αντί να υποστηριχθούν με κοινωνικές υποδομές, με παιδικούς σταθμούς και γονικές άδειες με αποδοχές και ασφαλιστική κάλυψη, με μέτρα, δηλαδή, εναρμόνισης της επαγγελματικής ζωής με την οικογενειακή, αντιμετωπίστηκαν με κίνητρα αποχώρησης των γυναικών από την αγορά εργασίας και επιστροφής στο σπίτι. Πολλοί οργανισμοί μάλιστα, όπως ο ΟΤΕ, είχαν φροντίσει η μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη των γυναικών να εξαντλείται εντός 15ετίας, ώστε να μην παρέχεται κανένα κίνητρο παραμονής. Φυσικά όλα αυτά τα μέτρα, δήθεν στο όνομα της μητρότητας, στη πραγματικότητα αποσκοπούσαν στη διατήρηση των παραδοσιακών ρόλων των φύλων. Είναι αξιοσημείωτο, ότι όλη αυτή η "προστασία", όχι μόνο δεν αύξησε τις γεννήσεις, αλλά αντιθέτως, οδήγησε σε κάθετη πτώση του δείκτη γονιμότητας.

Όλα τα προηγούμενα συνδέονται με έναν άλλο τομέα, την πολιτική, όπου πραγματικά οι γυναίκες έχασαν πολλές μάχες, ελπίζω όχι τον πόλεμο, κατά την τελευταία 50ετία. Δυστυχώς οι μεγάλες αλλαγές στη νομοθεσία, στην εκπαίδευση και στην απασχόληση δεν συνοδεύτηκαν από αντίστοιχη εκπροσώπηση και συμμετοχή των γυναικών στους δημοκρατικούς θεσμούς. Η συμμετοχή του γυναικείου φύλου και στα τρία βάθρα της δημοκρατίας - κοινοβούλιο, τοπική αυτοδιοίκηση, συνδικάτα - με ποσοστά κάτω του 10% είναι από τα χαμηλότερα του Πλανήτη. Βλέπετε η ανάδειξη σε αυτά τα αξιώματα δεν πραγματοποιείται μέσα από πανελληνίους διαγωνισμούς, όπως π.χ. στη Βουλή των Εφήβων… Αξίζει να σημειωθεί, ότι κατά την πρόσφατη ανάδειξη της 17μελούς Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ δεν εκλέχτηκε ούτε μια γυναίκα κι ας αποτελούν οι γυναίκες την πλειονότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Το ίδιο και με τη ΓΣΕΕ. Καμία γυναίκα στην 15μελή Εκτελεστική Επιτροπή, μόνο μία στα 45 μέλη του Δ.Σ.. Κι όμως μας διαβεβαιώνουν, πως εκπροσωπούν και τα συμφέροντα των γυναικών και μάλιστα τα γνωρίζουν καλύτερα από μας. Να τους πιστέψουμε?

Δυστυχώς η Αριστοτελική θεωρία των δύο σφαιρών του ανθρώπινου βίου, της δημόσιας και της ιδιωτικής, και ο περιορισμός των γυναικών στην ιδιωτική, επηρέασε βαθύτατα δια μέσου των αιώνων τη φιλοσοφική σκέψη, τη κοινωνική δομή και την πολιτική επιστήμη. Σήμερα, παρά την μεγάλη ανάγκη για αναδιανομή των υποχρεώσεων της ιδιωτικής σφαίρας, ως αντιστάθμισμα της αναδιανομής των επαγγελματικών και οικονομικών υποχρεώσεων, το "συμβόλαιο των φύλων" στην Ελλάδα παραμένει σχεδόν αμετάβλητο, με μεγάλο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό κόστος.

Η απουσία των γυναικών από τα κέντρα αποφάσεων και εξουσίας συνδέεται διαλεκτικά με την άνιση κατανομή των υποχρεώσεων του ιδιωτικού βίου, με τις διακρίσεις στην απασχόληση, τα φαινόμενα βίας και εκμετάλλευσης των γυναικών, με τη προβολή στρεβλών προτύπων από τα μέσα ενημέρωσης, αλλά και με την κρίση αντιπροσώπευσης του πολιτικού συστήματος. Οι Ελληνίδες αποτελούν το μισό του πληθυσμού, το μισό του παραγωγικού δυναμικού της χώρας, το μισό των ικανοτήτων και δικαιούνται ανάλογης πολιτικής εκπροσώπησης. Η απουσία μιάς κρίσιμης μάζας γυναικών από τη πολιτική συνεπάγεται στέρηση της χώρας από τη μη αξιοποίηση των πολύτιμων ανθρώπινων πόρων που διαθέτει. Οι γυναίκες δεν είναι ούτε μειονότητα, ούτε κανένα ξεχωριστό είδος ανθρώπου που χρειάζεται προστασία. Χρειάζονται μόνο πλήρη και ανεμπόδιστη άσκηση των δικαιωμάτων τους, μεταξύ των οποίων και του δικαιώματος του εκλέγεσθαι. Όταν αυτό το δικαίωμα στη πράξη φαλκιδεύεται, τότε η μόνη δίκαιη λύση είναι αυτή που έδωσε η Γαλλία του Ζοσπέν και του Σιράκ και διασφάλισε την ισόρροπη συμμετοχή των φύλων σε όλα τα κέντρα αποφάσεων.

Το 2002 αποτελεί για τις Ελληνίδες σταθμό, αλλά και αφετηρία για την επόμενη 50ετία. Οι γυναίκες παγκοσμίως αποτελούν τη νέα ανερχόμενη φιλειρηνική πολιτική δύναμη, που μπορεί να ανανεώσει τη πολιτική, να θεμελιώσει ένα νέο πολιτισμό και να οικοδομήσει ένα κόσμο ειρηνικής συνύπαρξης, βιώσιμης ανάπτυξης, ισότητας και αλληλεγγύης των ανθρώπων.